συσπείρωση — η. Ν 1. σπειροειδής συστροφή, κουλούριασμα 2. συνάθροιση ατόμων γύρω από κάποιον ή από κάτι 3. πολιτική κίνηση συγκέντρωσης οπαδών γύρω από ένα πρόγραμμα, η οποία όμως δεν έχει προσλάβει μόνιμο χαρακτήρα οργάνωσης ή κόμματος («ανεξάρτητες… … Dictionary of Greek
Regionalwahlen in Griechenland 2010 — Mit der Umsetzung des Kallikratis Programms wurde für die dreizehn griechischen Regionen die Selbstverwaltung ab dem 1. Januar 2011 eingeführt. Die ersten griechischen Regionalwahlen fanden am 7. und 14. November 2010 statt. Zu wählen waren die… … Deutsch Wikipedia
ακτομυοσίνη — Σύμπλεγμα δύο πρωτεϊνών, της ακτίνης και της μυοσίνης, που αποτελεί ένα από τα κύρια συστατικά των μυών. Συστολή των ινιδίων α. προκαλεί τη συσπείρωση των μυών. Η μυοσίνη είναι στενά συνδεδεμένη με ένα ένζυμο που η ενεργότητά του προκαλεί την… … Dictionary of Greek
List of political parties in Greece — Under the current electoral system, a party needs to surpass a 3% threshold in the popular vote in order to enter parliament. In the last Parliamentary elections, held in 2007, five parties entered parliament: New Democracy, the Panhellenic… … Wikipedia
ASPIDA — This article is about a Greek political party. Aspida is also the name of a software company.The Independent Rally of Citizens with Special Self Identification ( el. Ανεξάρτητη Συσπείρωση Πολιτών Ιδιαίτερου Αυτοπροσδιορισμού ΡΟΜ ASPIDA ROM,… … Wikipedia
Ostmakedonien und Thrakien — Region Ostmakedonien und Thrakien Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης … Deutsch Wikipedia
Политические партии Греции — всегда играли и продолжают играть важную роль в жизни страны. С середины 1970 х годов для Греции характерна двухпартийная система, когда в политике доминируют две большие партии, побеждающие на выборах в парламент и формирующие правительство.… … Википедия
εκλέκτορας — Τίτλος –στα γερμανικά Kurfϋrsten– που έφεραν μερικοί από τους ηγεμόνες των γερμανικών κρατών και ορισμένοι εκκλησιαστικοί παράγοντες, οι οποίοι από το 1204 συμμετείχαν στην εκλογή του αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το έτος αυτό,… … Dictionary of Greek
κουλ(λ)ουριαστός — ή, ό [κουλ(λ)ουριάζω] κουλουριασμένος, συσπειρωμένος. Επιρρ. κουλ(λ)ουριαστά σαν κουλούρα, με σχήμα κυκλικό, με συσπείρωση … Dictionary of Greek
κουλ(λ)ούριασμα — το [κουλ(λ)ουριάζω] συσπείρωση, σπειροειδές τύλιγμα, μάζεμα, συστροφή … Dictionary of Greek